Η μουσική παράδοση του Πόντου είναι ιδιαίτερη, ώστε και οι πιο αδαείς αναγνωρίζουν εκ του μακρόθεν την τυπολογία της. Και επειδή η παρουσία του ποντιακού στοιχείου στην νεοελληνική κοινωνία είναι έντονη, η εν λόγω παράδοση είναι σχεδόν οικεία σε όλους.


Ωστόσο η βαθύτερη ταυτότητά της παραμένει ουσιαστικά άγνωστη, προσπελάσιμη μόνο από τους μυημένους, που με επιμονή και αφοσίωση προσηλώνονται σε αυτήν με την θρησκευτική ευλάβεια που τους κρατάει δεμένους στο άρμα μιας μακράς και επώδυνης ιστορικής μνήμης. Ο τόπος της ποντιακής μουσικής λοιπόν αποτελεί χώρο προς ανακάλυψη, και προς την κατεύθυνση αυτή συντάχθηκε το παρόν βιβλίο. Πρόκειται για μια μελέτη πάνω στο πιο εμβληματικό από τα σύμβολα της ποντιακής μουσικής, τη λύρα, που διερευνάται εδώ σε όλο το φάσμα της υπόστασής της, από την οργανολογία και την τεχνική μέχρι το ρεπερτόριο και το λειτουργικό της ρόλο μέσα σε μια ζωντανή ακόμα παράδοση. Η συγγραφή της δεν ακολουθεί τα συνήθη μονοπάτια της αποστασιοποιημένης επιστημονικής έρευνας, αλλά προέρχεται από έναν από τους πιο δραστήριους φορείς της ποντιακής μουσικής παράδοσης, τον λυράρη Μιχάλη Καλιοντζίδη, που καταθέτει στον τόμο αυτό όλη την πολύχρονη και πολυσχιδή βιωματική του εμπειρία. Από το 1987 καταγίνεται με τη συλλογή και τη σύνθεση του τόμου που εκδίδεται εδώ με τη φροντίδα του Τμήματος Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής του ΤΕΙ Ηπείρου. Η τέχνη του, όπως του παραδόθηκε και όπως ο ίδιος την ανέδειξε με το έργο του, αφορά όχι μόνο όσους σπουδάζουν την ποντιακή λύρα, αλλά όλους όσους εξερευνούν τα ιδιαίτερα μονοπάτια των μουσικών παραδόσεων του ελληνικού χώρου.


Η παραδοσιακή λύρα των ποντίων

Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ

Τα βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον Ποντιακό λαϊκό μουσικό πολιτισμό, με τους πρώτους κιόλας ήχους, είναι η Ποντιακή διάλεκτος και η μουσική της συνοδεία, που ως επί το πλείστον καλύπτεται από τη λύρα. Η άμεση σχέση των δύο παραπάνω στοιχείων είναι η μίμηση. Η λύρα προσπαθεί να μιμηθεί τους διάφορους κυματισμούς -γυρίσματα της φωνής (κυρίως το τρέμουλο) μέσα από τους καλλωπισμούς της μελωδίας, οι οποίοι αποδίδονται με την τρίλια. Στα δύο αυτά στοιχεία θα πρέπει φυσικά να προσθέσουμε και το χορό, που συμπληρώνει το τρισυπόστατο της ποντιακής έκφρασης, έντονα συγκινησιακής και αρχέγονα ενσώματης.

Η μουσική του Πόντου χαρακτηρίζεται από τους έντονους και πληθωρικούς ρυθμούς. Χρησιμοποιούνται πολλά ρυθμικά σχήματα όπως:

δίσημος (2/4), για τις πολύ γρήγορες ρυθμικές αγωγές,

τετράσημος 94/4),

πεντάσημος (5/8),

επτάσημος (7/8), ή για τις πολύ γρήγορες ρυθμικές αγωγές ο επτάσημος 7/16 με εσωτερική δομή 2+2+3

εννεάσημος (9/8)

Τον 19ο αιώνα προστέθηκαν και οι τρίσημος και εξάσημος (3/4 και 6/8 αντίστοιχα). Τους ρυθμούς αυτούς τους συναντήσαμε στα τελευταία χρόνια στην περιοχή του Κάρς.
Βέβαια τους παραπάνω ρυθμούς τους συναντάμε επίσης και σε άλλα διαμερίσματα της Ελλάδας, όπως η Μακεδονία και κυρίως η Θράκη. Η ποντιακή μουσική και ο ήχος της ποντιακής λύρας χαρακτηρίζονται κυρίως από τα μουσικά διαστήματα 4ης & 5ης καθαρής, τις διπλοχορδίες, καθώς και τον εναλλασσόμενο ή συνεχόμενο (τονικά) ισοκράτη.
Σημαντικό όμως είναι να τονιστεί ότι η ποντιακή μουσική ανήκει στην ομάδα των μουσικών πολιτισμών του ενός ηγεμονικού οργάνου, του οποίου ο εκτελεστής αναλαμβάνει συγχρόνως και το τραγούδι. Ο λυράρης του Πόντου παίζει και τραγουδά μόνος, χωρίς την ανάγκη άλλης συνοδείας, αφού η λύρα παρουσιάζει μια αξιοσημείωτη αυτάρκεια στην μουσική εκτέλεση.

Το τραγούδι στον Πόντο

Η λύρα είναι ο βασικός συνοδός του τραγουδιού στη Ποντιακή λαϊκή μουσική παράδοση. Το τραγούδι αποτελούσε έναν ξεχωριστό και προνομιούχο τρόπο έκφρασης και επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων στον Πόντο. Ο ρόλος των παραδοσιακών τραγουδιών είναι σημαντικός, αφού το περιεχόμενό τους αποτυπώνει τη ζωή, τη χαρά και τη λύπη, την ξενιτιά, τη λεβεντιά των Ακριτών, τα πάθη και την ελπίδα του Ποντιακού λαού. Υπήρχαν όμως και τραγούδια του καθημερινού βίου, του γλεντιού (πανηγύρι, γάμος, βάπτιση, ονομαστικές εορτές κ.α.), όπως και διαλογικά τραγούδια σαν το Μουχαπέτ', το οποίο εξελλίσονταν με τη μορφή αντιφονίας (καρσιλάεμα), κάτι παρόμοιο με τις μαντινάδες, μεταξύ των παρευρισκομένων.

Ο διαστηματικός κόσμος της Λύρας

Η Ποντιακή μουσική δεν μπορεί να αποδοθεί με τα διαστήματα του ισοσυγκερασμένου συστήματος της Δύσης. Τα μουσικά διαστήματα που χρησιμοποιούνται δύσκολα βρίσκουν επίσης ταύτιση με την θεωρία της τροπικής μουσικής της Ανατολής.
Η ιδιομορφία της παραδοσιακής μουσικής του Πόντου εντοπίζεται στις ηχομοριακές αλλοιώσεις των διαστημάτων του τόνου και του ημιτονίου, όπως και των διαστημάτων τα οποία «προτιμά» η λύρα (4ης και 5ης καθαρής, 6ης μεγάλης και 7ης μικρής). Η μελωδία αποδίδεται αναλόγως με τα παραπάνω διαστήματα, τα οποία είναι συχνά εναλλασσόμενα, ενώ η κορυφή του διαστήματος ηχεί ταυτόχρονα με την βάση. Το αποτέλεσμα που προκύπτει δημιουργεί συχνά αίσθημα διτονικότητας, αφού ενώ η κορυφή του διαστήματος, που «χαράζει» τη μελωδία, παραπέμπει σε κάποιο μουσικό δρόμο ή μακάμ, η βάση του, που δημιουργεί τον ισοκράτη (συχνά εναλλασσόμενο), παραπέμπει αλλού. Με άλλα λόγια, πιο παράλληλες και συστηματικές εναρμονίσεις με τη χρήση των παραπάνω διαστημάτων, «θολώνουν» την τροπιότητα της μελωδικής ανάπτυξης, η οποία κινείται ανεξάρτητα από τον ισοκράτη. Επιπλέον, συχνότατη χρήση καλλωπισμών της μελωδικής γραμμής ενισχύει το αίσθημα αυτό, αφού παρεμβάλλονται αναπάντεχα διαστήματα που μπορούν να ερμηνευτούν ως χρωματισμοί της μελωδίας (ή και του ισοκράτη) μάλλον, παρά ως συστατικά μιας συνεπούς τροπικής ακολουθίας. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί μόνο στην περίπτωση που η μελωδία συνοδεύεται από συνεχές ισοκράτημα.
Όλα τα παραπάνω συνθέτουν λοιπόν μια ιδιάζουσα τροπική μουσική, όπου το κυρίαρχο στοιχείο είναι οι διπλοχορδίες και το διάστημα της 4ης και 5ης καθαρής, που προκύπτει εξάλλου και από το κούρδισμα της λύρας.
Οι μελωδίες και τα τραγούδια που δημοσιεύονται στο παρόν βιβλίο είναι καταγεγραμμένα με το ίσα συγκερασμένο σύστημα γραφής (Δυτικό σύστημα). Πρέπει όμως να εκτελούνται με αλλοιωμένες τις νότες, είτε ψηλότερα είτε χαμηλότερα (ηχητικά) από το κλασικό τους τονικό ύψος, ανάλογα με τις απαιτήσεις κάθε μελωδίας. Αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα να αποδίδεται το ηχόχρωμα και το ύφος της μελωδίας, που καθορίζει την αυθεντικότητά της.
Στην απόδοση της ποντιακής μουσικής όλοι οι μελωδικοί φθόγγοι ακολουθούν την «φυσική» κλίμακα. Ωστόσο οι νότες που πρέπει να προσεχθούν ιδιαίτερα η Σιb η Φα και η Ντο, στην πρώτη θέση, που εκτελούνται με το πρώτο δάκτυλο, είτε σαν διπλοχορδία είτε σαν μονοχορδία. Τα ηχομόρια αυτά είναι μικρές αυξομειώσεις του ισοσυγκερασμένου ημιτονίου και εκτελούνται από τον λυράρη με βάση τα βιώματα, την γνώση του και την τεχνική του. Μέσα από τα παραπάνω στοιχεία εκδηλώνεται ουσιαστικά άλλωστε και η αισθητική μιας μελωδίας. Καθοριστικό στοιχείο τέλος αποτελεί και η δυναμική του δοξαριού και των δακτύλων, που χαρακτηρίζει τη μουσική ταυτότητα του λυράρη και διαφοροποιεί από τον καθένα ξεχωριστά.
Στα λίγα τραγούδια στα οποία προτείνουμε και συγχορδίες για τη συνοδεία, το σύμβολο 5 δίπλα από το σύμβολο της συγχορδίας (π.χ. D5) σημαίνει πως η συγχορδία πρέπει να εκτελεστεί χωρίς την 3η (μικρή ή μεγάλη), αλλά μόνο με την 5η. Οι συγχορδίες αυτές ονομάζονται συνήθως από τους λαϊκούς μουσικούς «αχαρακτήριστες».


Μιχάλης Καλιοντζίδης

ΕΝΩΣΗ ΠΟΝΤΙΩΝ ΩΡΑΙΟΚΑΣΤΡΟΥ ΚΑΙ ΦΙΛΩΝ

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top