(γράφει η Μαργαρίτα Ικαρίου, δημοσιογράφος)
Όταν ήμουν παιδί, κρυβόμουν στη ζέστη του μεσημεριού κάτω
από αυτοσχέδια τέντα που έφτιαχνε η μάνα μου με ένα παλιό σεντόνι. Καθώς η
θερινή ραστώνη κρατούσε τη λοιπή οικογένεια αποκοιμισμένη, έπαιζα σιωπηλά το… «όλοι
τους και μόνη μου». Το περίεργο είναι πως ακόμη και τώρα που «μεγάλωσα», το
ίδιο -γοητευτικά ανώφελο- παιχνίδι, εξακολουθώ να παίζω. Δεν κερδίζεις ποτέ σε
αυτό. Σου αφήνει ωστόσο μια κάποια ικανοποίηση πως δε χάνεις κιόλας. Την
αξιοπρέπειά σου, τη δυνατότητα να έχεις την ατομική σου θεώρηση πραγμάτων και
το να μη μπορούν να σε κατατάξουν εύκολα στα…
«αγκιστρωμένα ψάρια»!
Ένα ΔΕΛΦΙΝΙ. Εικόνα καλοκαιρινή, ελκυστική σαν αποτύπωμα
φαντασίας. Ανυπόταχτο και με παιχνιδιάρικη σκέψη, τσαλαβουτά ελεύθερο στα
πελάγη, είτε τα νερά είναι πράσινα, είτε γαλάζια, είτε φαιοπορφυρά - βαμμένα
από τον ήλιο που δύει. Δεν καταπίνει το δόλωμα κι αν πιαστεί κάποτε στα δίχτυα,
τα σκίζει και φεύγει για νέες ακτές, ακολουθώντας τη δική του ρότα.
Ακριβοπουλιούνται στις πολιτικές αγορές τα «βουρκόψαρα».
Αφρίζουν από το κακό τους, αγορεύοντας διαρκώς, τα… «αφρόψαρα». Ξεγελούν οι
γελοίοι «γύλοι», θολώνει το μάτι των παχυλών «ροφών» από την τόση νωχέλεια,
μελάνι ξαμολούν οι… «σουπιές» και δηλητήριο οι… «σκορπίνες». Κασσιτερωμένοι
ανεγκέφαλοι «κέφαλοι» λαμπυρίζουν αγέρωχα στον ήλιο. Σκουριάζει το δέρμα, σαν
τις ιδέες τους.
Μπερδέψαμε τα χρώματα με τα χρήματα. Όπως τα δανεικά με τα ιδανικά…
Παρά τον ζόφο της κρίσης, τα νησιά του Αιγαίου είναι ακόμη
ντυμένα στα τουριστικοκαλοκαιρινά τους. Ο τόπος αναδεύεται, σα παχύρευστο
ντάκιρι φράουλα, παρά το χιλιοτρύπητο λαγήνι του εθνικού χρέους και το νεοεξαγγελμένο
μνημόνιο του τροϊκανού πέους.
Ο βίος κρατά ακόμη ολίγη από τη γλυκύτητα του ολοστρόγγυλου
σαν πεπόνι ζουμερό και σα φεγγάρι ολόγιομο, Αύγουστου.Τα όνειρά μας ταξιδεύουν
στο νερό, κάποιες φορές κι ανάποδα, σαν καρίνες μισοβυθισμένων πλοίων. Οι πόλεις
και τα χωριά, θροΐζουν σα κρινάκια της άμμου, στο μελτέμι. Ακόμη και τα
παράνομα παραπήγματα αιγιαλού και παραλίας, οι αυτοσχέδιες προβλήτες από
τσιμέντο και βαρέλια, σα να αποκτούν μια χάρη μέσα στην οικιστική τους ασχήμια
και προκλητικότητα. Κρύβονται πίσω από τα διάφανα πέπλα του γαλάζιου ορίζοντα, οι
ύβρεις των «διαθέσιμων» που θα μπουν εντός ολίγου στα «αδιάθετα», σαν
εμπορεύματα που ξέμειναν στις εκπτώσεις...
Ερημοκλήσια μυρωδάτα, με το φως να κυλάει από τα παράθυρα.
Πευκοβελόνες στον ήσκιο του μεσημεριού. Τζιτζίκια τραγουδιστάδες στο πανηγύρι
του καλοκαιριού που τελειώνει όπου να ‘ναι. Ο μέρμηγκας υποαπασχολούμενος και
ασθμαίνων, ζει σαν τον Έλληνα: Με την αγωνία του χειμώνα!
Ανάταση αισθήσεων, αναβίωση παραισθήσεων. Αύρα πιο ψυχρή,
ικανή να αναρριγήσουν οι επιδερμίδες. Σάρκες ξεροψημένες, με προσμονή να
ηλιοζεσταθούν πιότερο. Ένας παφλασμός κι ένα παιχνίδισμα στο κύμα.
Πες το, σαν δελφίνι, όσο έχεις ακόμη καιρό…
(γράφει η Μαργαρίτα Ικαρίου, δημοσιογράφος)
Εξαιρετική η πένα της Μαργαρίτας Ικαρίου
ΑπάντησηΔιαγραφή