Είδαν φίλους από τα παλιά, γνώρισαν νέους και ξαναέζησαν μακρινές, μα όχι ξεχασμένες στιγμές, γεμάτες συγκίνηση. Χόρεψαν και τραγούδησαν, μίλησαν για τις μοναδικές, προσωπικές ιστορίες της παιδικής τους ηλικίας, αυτής που έμελλε να την περάσουν μακριά από την οικογένειά τους, στις παιδοπόλεις της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Πόσοι, άραγε, έχουν ακούσει για τις παιδοπόλεις ή παιδουπόλεις, τα υπό την αιγίδα της βασίλισσας Φρειδερίκης ιδρύματα, που συγκροτήθηκαν στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, φιλοξενώντας παιδιά άπορα και ορφανά, των οποίων οι πατεράδες είχαν σκοτωθεί στον Εμφύλιο; Ίσως λίγοι. Σίγουρα, όμως, όσοι μεγάλωσαν σ' ένα από αυτά τα ιδρύματα, έχουν τις δικές τους μνήμες να "καταθέσουν", με αντίθετη, ενίοτε, συναισθηματική φόρτιση. Μνήμες όπως αυτές που "ζωντάνεψαν", το περασμένο Σαββατοκύριακο, στη Μακρινίτσα Πηλίου, από όλους όσοι έδωσαν το "παρών" στο κάλεσμα του Συλλόγου Αποφοίτων Παιδοπόλεων, που επέλεξε τον εξαιρετικής ομορφιάς αυτόν τόπο για να διοργανώσει την 5η πανελλήνια συνάντησή του. "Η χειρότερη οικογένεια είναι καλύτερη από το καλύτερο ορφανοτροφείο", δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γιάννης Ατζακάς, οποίος έζησε από τα οχτώ έως τα δεκατέσσερα χρόνια του στις παιδοπόλεις της Φρειδερίκης και χρόνια αργότερα κατέγραψε τα βιώματά του στο βιβλίο "Θολός βυθός" (εκδ. Άγρας), που βραβεύτηκε από την Επιτροπή Κρατικών Βιβλίων Λογοτεχνίας, με το Βραβείο Μυθιστορήματος "Όταν ξεριζώνεται ένα παιδί οκτώ ετών, είναι πολύ σκληρό… Στην αρχή υπάρχει ένας μεγάλος πόνος. Του ξεριζωμού, του ξενιτεμού, της μοναξιάς μακριά από τους δικούς του ανθρώπους" μας λέει, τονίζοντας, ωστόσο, πως για τον ίδιο, δεν έχει απομείνει τίποτα. Η μάνα του πέθανε στη γέννα, αλλά ούτε και πατέρα γνώρισε, αφού είχε βγει στο βουνό, τα χρόνια του Εμφυλίου. Ο Γιάννης Ατζακάς έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του με τη γιαγιά και τον παππού του, αρκετά ευτυχισμένος μέσα στο σπίτι του, όπως επισημαίνει. Η γιαγιά του, όμως, "με πίεση της κοινότητας, όχι με τη θέλησή της", όπως λέει, τον έδωσε στις παιδοπόλεις για να μάθει γράμματα. "Η γιαγιά μου μπορούσε να με κρατήσει. Δεν υπήρχε καμιά φτώχεια, ούτε ο κίνδυνος να μας αρπάξουν οι αντάρτες, οι λεγόμενοι 'συμμορίτες'. Υπήρξε μια πίεση από την κοινότητα, 'δώστε το παιδί', διότι η βασίλισσα ήθελε να μαζέψει παιδιά και κυρίως τα παιδιά των ανταρτών ήθελε περισσότερο και όχι των άλλων… Και η γιαγιά με έδωσε για να μάθω γράμματα, όχι με τη θέλησή της. Πιστεύω πως υπήρχε ένα σχέδιο από κάτω: μαζέψτε τα παιδιά των ανταρτών", αναφέρει χαρακτηριστικά. Και υποστηρίζει πως στις παιδοπόλεις υπήρχε ένα πρόγραμμα χειραγώγησης: "Αν γινόμασταν βασιλόφρονες τα πράγματα θα ήταν πολύ καλά και πολλά από αυτά τα παιδιά έγιναν". Ο Γιώργος Κοσμίδης, λοχαγός ε.α. της Αεροπορίας Στρατού και Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καράτε, μας αφηγείται τη δική του ιστορία. Το 1960, σε ηλικία πέντε ετών, η γιαγιά του, ένα πρωινό, τον πήγε στην παιδόπολη "Άγιος Δημήτριος" Ωραιοκάστρου, και στο εντευκτήριο, όπου τον παρουσίασε στον αρχηγό της παιδόπολης, ο οποίος προσπαθούσε να τον προσελκύσει με λόγια γλυκά και να τον καταφέρει να μείνει στην παιδόπολη. "Έμεινα ως το μεσημέρι κι έφαγα με τα υπόλοιπα παιδιά, όταν, ξαφνικά, διαπίστωσα πως η γιαγιά μου είχε φύγει" θυμάται και συνεχίζει: "Επειδή είχα δεθεί πάρα πολύ με τον παππού και τη γιαγιά- ο πατέρας μου ήταν εργάτης στα ανθρακωρυχεία του Βελγίου και η μητέρα εργαζόταν στο νοσοκομείο της Δράμας- έφυγα τρέχοντας από την κάτω πόρτα, που συνδέει το Ωραιόκαστρο μ' ένα μικρό δασάκι και επί δύο ημέρες και νύχτες ήμουν μέσα σ' αυτό περιπλανώμενος. Τελικά, με εντόπισαν και με επανέφεραν στην παιδόπολη". Η προσαρμογή στο νέο τρόπο ζωής ήταν δύσκολη κι έγινε με μεγάλη καθυστέρηση και την πολύτιμη βοήθεια και στήριξη κάποιων παιδικών του φίλων. Ωστόσο, όπως ο ίδιος λέει, η παιδόπολη ήταν αυτή που τον βοήθησε να αποκατασταθεί, στη συνέχεια, επαγγελματικά. Και παρά τις όποιες δυσκολίες, ο Γιώργος Κοσμίδης θεωρεί πως τα παιδιά που βγήκαν από τις παιδοπόλεις τα διακρίνει η τιμιότητα, η ηθική, οι αξίες και οι αρχές στην οικογένεια. Ο Σωτήρης Βουρλιάς χρειάστηκε να διασχίσει τον Ατλαντικό για να βρεθεί από τη μακρινή Νέα Υόρκη στη Μακρινίτσα. Μηχανικός στα πλοία του Ωνάση κάποτε, βρέθηκε στις παιδοπόλεις, επειδή, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε "εγώ και η οικογένειά μου ήμασταν 'ανταρτόπληκτοι'". "Όταν έμαθα για τη συνάντηση, αμέσως έφτασα από το χωριό μου στα Άγραφα, που ζω αυτές τις μέρες πριν φύγω πάλι για τις ΗΠΑ, όπου βρίσκεται η οικογένειά μου", μας λέει, ενώ για το παρελθόν αναφέρει πως "ήμασταν όλοι μας θύματα του Εμφυλίου και τίποτα περισσότερο" κι εύχεται να μην υπάρξουν και στο μέλλον τέτοιες καταστάσεις. Στο Πήλιο βρέθηκε το Σαββατοκύριακο και η Μαίρη Ριζούλη, από την Αγιά Λάρισας, η οποία βρήκε στις παιδοπόλεις όπου έζησε, στοργή, φαγητό κι έμαθε γράμματα. Αν και, όπως μας λέει, κανείς δεν θέλει να φεύγει από το σπίτι και την οικογένειά του. Η συνάντηση πέτυχε για ακόμη μια χρονιά το στόχο της, καθώς, όπως δήλωσε χαρακτηριστικά η πρόεδρος του Συλλόγου, Πάτρα Χατζηαγγέλου, "καταφέραμε να ξαναβρεθούμε, να ξαναζήσουμε στιγμές ενός μακρινού, αλλά καθόλου ξεχασμένου παρελθόντος, να γνωριστούμε μεταξύ μας, οι απόφοιτοι διαφόρων εποχών, διαφορετικών περιοχών, με ξέχωρα χαρακτηριστικά".


© 2010 ΑΘΗΝΑΪΚΟ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ ΕΙΔΗΣΕΩΝ - ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top