Συνηθίσαμε
να ακολουθούμε τον κύκλο που κάνει περίπου ένα χρόνο και δίνει ελπίδες σε
όλους, καθώς ο ζωοδότης ήλιος, το φώς, αρχίζει να αυξάνει την επιρροή του στην
ζωή μας κάπου εκεί στις 21 Δεκ, κάθε χρόνο, με ποικίλες γιορτές και εκδηλώσεις.
Οι βασιλόπιττες δίνουν την ευκαιρία να δεις τι έγινε το 2015, να σκεφθείς τι
μπορούσε να γίνει και να προγραμματίσεις τι πρέπει να κάνεις το 2016.
Κάποιοι
που δεν αντέχουν τόσο μεγάλη διαδρομή, προτιμούν τους κύκλους της Σελήνης ή του
μήνα. Και κάποιοι, ποιο ανυπόμονοι, ρυθμίζουν την ζωή τους με την εβδομάδα, τις
εφτά ημέρες, την ημέρα, τις ώρες, κάθε ώρα, ακόμα και μισές, όπως συμβαίνει με
τα ρολόγια στην Δύση, που χτυπάνε στο κεντρικό καμπαναριό κάθε χωριού στις μισές
και στις ολόκληρες ώρες. Ο χρόνος είναι χρήμα, λένε.
Στην
Ανατολή, πάλι, έχουμε το «νιρβάνα», την γιόγκα, την απόλυτη ηρεμία, την
αποστασιοποίηση από τον χρόνο. Ανάμεσα στις δύο αυτές ισχυρές τάσεις, εκεί που
εφάπτονται οι δύο πολιτισμοί, είναι το ποιο δημιουργικό κομμάτι, η Ελλάδα. Εδώ,
ανάμεσα στις μισές ώρες της Δύσης και στο νιρβάνα της Ανατολής, έχουμε τον
όρθρο, με το χτύπημα της καμπάνας για την έναρξη της ημέρας, και τον εσπερινό,
για την λήξη των εργασιών της ημέρας.
Φαίνεται
ότι ακόμα και στις κοινωνικές μας δραστηριότητες εμφανίζονται κύκλοι. Κάποιοι
συστηματικά δημιουργούν συνεχώς νέες καταστάσεις, νέες δομές, είναι
δημιουργικοί και παραγωγικοί, και κάποιοι συστηματικά έχουν, θα έλεγε κανείς,
εκπαιδευθεί ειδικά, για να καρπούνται αυτές τις δημιουργίες και να «ασελγούν»
επ’ αυτών, υφαρπάζοντας τες, και, το κυριότερο, αλλοιώνοντάς τες, ώστε να
ανταποκρίνονται σε ιδιοτελείς σκοπιμότητες, ή έστω σε σκοπιμότητες διαφορετικές
από αυτές για τις οποίες δημιουργήθηκαν, ή ακόμα, συμφωνήθηκαν.
Ο
συνήθης, στατιστικά, χρόνος ολοκλήρωσης ενός κύκλου δραστηριοτήτων φαίνεται ότι
είναι η τετραετία. Ένας χρόνος εγκλιματισμού, δύο χρόνια αλλαγών και
εγκατάστασης αλλαγών και ένας χρόνος σταθεροποίησης. Κάπως έτσι πρέπει να είναι
και στον χώρο της εργασίας (προαγωγές, μετακινήσεις, εμπλουτισμός εργασίας
κλπ). Κάπως έτσι είναι και στις ανθρώπινες σχέσεις (εμπειρικά). Κάπως έτσι θα
έπρεπε να είναι και στην πολιτική (σε μερικές θέσεις είναι).
Δυστυχώς
την στατιστική λογική και την φυσική διαδικασία διαταράσσουν φιλόδοξοι,
ανήθικοι, σφετεριστές της δημιουργίας των άλλων ή απλά δημοσιοβίωτοι, σε
ακανόνιστα χρονικά κύκλους, απλά γιατί έτσι εξυπηρετούνται σκοπιμότητες
(διαστροφικές). Έτσι, φαίνεται ότι, νομίζουν ότι αποστασιοποιούνται από τους
απλούς πολίτες (σκλάβους, κατά τον εθνικό μας ποιητή Βάρναλη) και πλησιάζουν
στους «αφεντάδες».
Τελικά
μοιάζει σαν να είναι δύο οι κατηγορίες των ανθρώπων, οι σκλάβοι και οι
αφεντάδες. Και ανάμεσά τους οι «πραίτωρες», οι υπηρέτες, Δημόσιοι υπάλληλοι ή
εργολάβοι, που υποκλέπτουν ή μεταγράφουν για λογαριασμό τους μέρος της εξουσίας
της άρχουσας τάξης των αφεντάδων. Οι εργολάβοι είναι διαφόρων τύπων, από τους
κατασκευαστές δημοσίων έργων (μεγαλοεργολάβοι) έως τους «τσανακογλύφτες»
μικροσυμβασιούχους των δημοσιοβίωτων ΜΚΟ και τους άκριτους Δημόσιους Υπαλλήλους.
Μια ολόκληρη στρατιά παρασίτων …
Ως
τελευταία (φοβάμαι όχι τελική) εμπειρία ήταν η συνειδητή εκτροπή μιας
συλλογικότητας από δομή της κοινωνίας των πολιτών, σε εξυπηρετητή ιδιοτελών,
προσωπικών φιλοδοξιών μιας μειοψηφίας. Άλλωστε πάντα οι οργανωμένες μειοψηφίες
υφαρπάζουν την δημιουργία των πολιτών, τάχα με «δημοκρατικές» διαδικασίες.
Το
αδιάψευστο αισθητήριο των ανθρώπων αποστασιοποίησε τους απλούς πολίτες και μια
δομή που εγκαταστάθηκε στην αντίληψη όλων, ως μια σωστή δομή των οργανώσεων της
κοινωνίας των πολιτών, κατέληξε σε έναν «κυνηγό» επιδοτήσεων, συνομιλητή της
κυβέρνησης και έτοιμο «άλλοθι» για συγκαλύψεις.
Όταν
συμφωνήθηκε και δομήθηκε πριν ενάμιση χρόνο, μετά από πολλή προσωπική δουλειά
και ενθουσιασμό προετοιμασίας άλλον μισό χρόνο (από τους ιδρυτές, και πάντως
όχι την σημερινή οργανωμένη μειοψηφία), προβλέπονταν εναλλαγή στην Συντονιστική
Ομάδα κάθε εξάμηνο. Με απαξίωση της συμμετοχής, επιτεύχθηκε αποστασιοποίηση των
συμπολιτών και έτσι με την δικαιολογία ότι δεν έρχονται οι άλλοι,
«υπεξαιρέθηκε» η εκπροσώπηση και εγκαταστάθηκε μια (οργανωμένη?) μειοψηφία, η
οποία επί ένα σχεδόν χρόνο καρπούται το καλό όνομα της συλλογικότητας στην
τοπική κοινωνία.
Ταυτόχρονα,
χωρίς συνεχή και επαρκή ενημέρωση προς τους υπόλοιπους, κρίνοντας εκ του
αποτελέσματος, μια μικρή ομάδα 2-3 συμπολιτών, χρησιμοποίησε την δομή, που είχε
«καλό όνομα», για να δικτυωθεί, να προβληθεί, να συμμετέχει, να προβάλλει και
να επιτύχει να μπει σε μηχανισμούς, μακράν και πέραν της υπόλοιπης συλλογικότητας.
Και
σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα, αξιοποιώντας το «καλό όνομα» στήθηκε μια
συλλογικότητα διαφορετική, τυπική νομικά, υιοθετώντας και το όνομα
(κυριολεκτικά). Ο εναγκαλισμός μάλιστα έφθασε σε κοινή χρήση υποδομών με άλλες,
όχι κατ ανάγκην, απόλυτα συμβατές δομές, δημιουργώντας επαρκή σύγχυση
(συνέργειες, θα τις έλεγαν άλλοι, ωραιοποιώντας τις καταστάσεις). Έτσι ανοίγουν
οι δυνατότητες περαιτέρω ιδιοποίησης «καλού ονόματος» από άλλους.
Οι
κύκλοι πρέπει να κλείνουν, και ιδιαίτερα όταν οι οργανώσεις της κοινωνίας των
πολιτών που θέλουν να εκφράζουν τους πολίτες και την κοινωνική και αλληλέγγυα
οικονομία, «καταλαμβάνονται» από δημοσιοβίωτους, από δημόσιους λειτουργούς, από
χρηματοδοτούμενους από το δημόσιο και από εκπροσώπους του δημόσιου τομέα της
εξουσίας. Πρέπει να κλείνουν, είτε οι δομές, είτε οι κύκλοι, απλά φεύγοντας από
τέτοιες τελειωμένες καταστάσεις.
Και
όπως γράφεται στους τοίχους του facebook: Να φεύγεις από τελειωμένες
καταστάσεις. Από ανθρώπους που τους ανεβάζεις και αυτοί με τονισμένο το εγώ
τους σε ρίχνουν. Από αυτούς που δεν ρισκάρουν, αλλά βολεύονται εκ του ασφαλούς.
Από ανθρώπους που δεν δίνουν παρά μόνο παίρνουν (δυσανάλογα), και αυτά που τους
παρέχεις δεν τα εκτιμούν, τα θεωρούν δεδομένα… Από αυτούς που σου χαρίζουν
στιγμές δανεικές, που περιμένεις να σου δώσουν σημασία με το σταγονόμετρο. Που
σου προκαλούν ανασφάλειες και σκέψεις πολλές. Να φεύγεις όσο είναι νωρίς από
αυτά που σε πληγώνουν. Γιατί στο τέλος θα πληγωθείς περισσότερο. Να φεύγεις με
το κεφάλι ψηλά και να κλείνεις την πόρτα χαμογελώντας. Γιατί εσύ έδωσες, δεν
κρύφτηκες. Γιατί εσύ ότι είχες να δώσεις το έδωσες. Και γιατί, πολύ απλά, σε
περιμένουν άλλα καλύτερα που μόνο όταν φύγεις θα τα συναντήσεις…
Για την καταγραφή, Δημήτρης Μιχαηλίδης.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου