Του Παναγιώτη Δ. Κοϊτσίδη*
Η μεγάλη πτώση των ιδιωτικών επενδύσεων αποτελεί πλέον τη θεμελιώδη παθογένεια της ελληνικής οικονομίας. Η αποεπένδυση συνιστά μόνιμο χαρακτηριστικό της δομής του ελληνικού ακαθάριστου εγχωρίου προϊόντος.
Ποιος όμως είναι ο προσδιοριστικός παράγοντας αυτής της αρνητικής εξελίξεως, δεδομένου ότι τα τελευταία έτη παρατηρείται σημαντική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, λόγω της πτώσης του κόστους εργασίας και γενικότερα των αξιών;
Οι δυσχέρειες στην εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής επιβάρυναν επί μακρόν το επιχειρηματικό κλίμα. Η επάνοδος του κλίματος ακραίας αβεβαιότητας και της ανησυχίας στο πρώτο 9μηνο του 2015, όπως προκύπτει και από την κατάρρευση του δείκτη επιχειρηματικού κλίματος, είχε ως αποτέλεσμα την ραγδαία μείωση των επενδύσεων.
Οι επενδυτικές πρωτοβουλίες, ιδίως στο πεδίο των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, πρέπει να αποτελέσουν το βασικό εργαλείο για το σχεδιασμό της οικονομικής πολιτικής στα επόμενα χρόνια.
Οι βασικές προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση αλλά και το σύνολο του πολιτικού συστήματος στα άμεσο μέλλον περιορίζονται σε τρείς άξονες:
- Στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας μέσω ανάπτυξης νέων επενδυτικών σχεδίων τα οποία θα χρηματοδοτηθούν κυρίως από ιδιωτικά κεφάλαια (εγχώρια και διεθνή), δεδομένου ότι η ανεργία (ιδιαίτερα των νέων) παραμένει στο ένα τέταρτο του εργατικού δυναμικού.
- Στην επίλυση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος.
Στις υπάρχουσες ήδη χρόνιες αδυναμίες του συστήματος, ήρθε να προστεθεί το πρόβλημα της απουσίας πόρων, λόγω της ραγδαίας αύξησης της ανεργίας. Δεν αρκεί πλέον ο απλός εξορθολογισμός των παραμέτρων του συστήματος (ποσοστό αναπλήρωσης, όρια ηλικίας κλπ). Η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος προϋποθέτει αύξηση της απασχόλησης μέσω της εισαγωγής μέτρων με αναπτυξιακή διάσταση. Για παράδειγμα, ενδεχόμενη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών αναμένεται να ασκήσει αρνητικές πιέσεις στην ανταγωνιστικότητα, εμποδίζοντας την δημιουργία θέσεων εργασίας και υπονομεύοντας κατά συνέπεια τη χρηματοδότηση μέσω εισφορών στο ασφαλιστικό σύστημα.
- Στο ζήτημα της βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους.
Η ρύθμιση του ύψους των επιτοκίων και της επιμηκύνσεως των λήξεων του χρέους ακόμη και αν θεωρηθεί αναγκαία συνθήκη δεν είναι απαραιτήτως ικανή.
Η διαμόρφωση αναπτυξιακής δυναμικής και η επίλυση του ασφαλιστικού συστήματος, προκειμένου να μην τροφοδοτεί το δημόσιο χρέος με νέα ελλείμματα, συνιστούν τον καταλύτη για ταχύτερη κάμψη της αναλογίας χρέους προς ΑΕΠ.
Επιπρόσθετα διαχρονικές παθογένειες όπως η υπερφολογήση, η απόλυτη φορολογική αβεβαιότητα, η διαφθορά, η γραφειοκρατία, η απέχθεια για το κέρδος και την παραγωγή θα πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα.
Το υπό διαμόρφωση νέο πολιτικό σύστημα θα πρέπει να αποβάλει την κρατικίστικη και αντι-επιχειρηματική νοοτροπία, στοιχεία κυρίαρχα κατά την προηγούμενη περίοδο, τα οποία οδήγησαν τελικώς στην κατάρρευση των δημοσίων οικονομικών και τη χρεοκοπία.
Μόνο με μια φιλοεπιχειρηματική κυβέρνηση μπορούμε να σπάσουμε το φαύλο κύκλο της ύφεσης.
* Ο Παναγιώτης Δ. Κοϊτσίδης είναι Οικονομολόγος και Δημοτικός Σύμβουλος Ωραιοκάστρου.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου